labrador retriever, dog, head-6158095.jpg

Η λέξη “καλαζάρ” έχει σανσκριτική ρίζα. Προέρχεται από τα σανσκριτικά kala = μαύρο και azar = πυρετός, ασθένεια. Σημαίνει “μαύρη ασθένεια”, “μαύρος πυρετός” ενώ είναι επίσης γνωστό ως “dumdum” ή “σπλαχνική λεϊσμανίαση”. Προκαλείται από τα παράσιτα του γένους Leishmania. Τα πρωτόζωα αυτά εισβάλουν μέσω του αίματος στα εσωτερικά όργανα (ήπαρ, σπλήνα, μυελό και νεφρό), ενώ αν δεν αντιμετωπιστεί προκαλεί τον θάνατο του ξενιστή σχεδόν στο 100% των περιπτώσεων. Τα συμπτώματα της ασθένειας είναι πυρετός, απίσχναση, έλκη, κόπωση, αναιμία, σπληνομεγαλία και ηπατομεγαλία. Στο τελικό στάδιο επέρχεται ο θάνατος λόγω νεφρικής ανεπάρκειας.

Υπάρχουν δυο κύριοι τύποι λεϊσμανίασης, α) η δερματική, όπου το παράσιτο παραμένει στο δέρμα και δημιουργεί έλκη και β) η σπλαχνική που είναι και θανατηφόρα. Το καλαζάρ είναι ο δεύτερος τύπος, της σπλαχνικής λεϊσμανίασης. Ο πρώτος τύπος είναι κοινός στους τροπικούς, στη ΝΑ Ασία, στην Αφρική, στην Ν. Αμερική και αυτή τη στιγμή νοσούν έως και 12.000.000 άνθρωποι παγκοσμίως, με 1.500.000 – 2.000.000 νέες λοιμώξεις ετησίως. Ο τύπος της σπλαχνικής λεϊσμανίασης θεωρείται η δεύτερη σε συχνότητα παρασιτική νόσος στους ανθρώπους, μετά την ελονοσία κι υπολογίζεται πως προκαλεί περί τις 500.000 μολύνσεις και 60.000 θανάτους παγκοσμίως κάθε χρόνο. Άνω του 90% των περιπτώσεων συμβαίνουν στην Ινδία, στο Νεπάλ, στο Σουδάν και τη Βραζιλία.

Κύκλος ζωής του παράσιτου

Η σπλαχνική λεϊσμανίαση ως προς τον τρόπο μετάδοσής της συγγενεύει με την ελονοσία. Μεταδίδεται μέσω της θηλυκής σκνίπας του γένους Phlebotomus. Στην Αμερική μεταδίδεται από την σκνίπα του γένους Lutzomyia. Στα εύκρατα κλίματα παρατηρούμε πως εμφανίζεται μεταξύ Μαΐου-Οκτωβρίου. Τρέφεται με αίμα τις νύχτες, από κοιμισμένα θηράματα. Αν τσιμπήσει ένα ζώο-φορέα, ρουφάει μαζί και το παράσιτο που είναι στην αμαστιγωτή μορφή του, είναι στρογγυλό και δεν κινείται. Θα μπορούσαμε να το παρομοιάσουμε με ένα ωάριο (yin μορφή). Μόλις εισέλθει στο στομάχι της σκνίπας, γρήγορα αλλάζει μορφή, γίνεται τριπλάσιο σε μέγεθος και αναπτύσσει ουρά που του επιτρέπει να κινείται (yang μορφή). Αυτή είναι η προμαστιγωτή μορφή του παράσιτου. Αναπαράγεται ασεξουαλικά και μετακινείται στον οισοφάγο, όπου παραμένει ώσπου η σκνίπα να τραφεί ξανά από ένα άλλο θηλαστικό. Τότε μαζί με το σάλιο της σκνίπας, περνάει στον επόμενο ξενιστή και εισβάλει στα μακροφάγα κύτταρα, όπου αλλάζει ξανά στην προηγούμενη αμαστιγωτή μορφή του. Σταδιακά αυξάνεται σε πληθυσμό, δημιουργεί συστημική λοίμωξη στον ξενιστή και εξαπλώνεται στα εσωτερικά όργανα, ιδιαίτερα στον σπλήνα, το ήπαρ και τα νεφρά, προκαλώντας σπληνομεγαλία, ηπατομεγαλία και νεφρική ανεπάρκεια.

Στην λεϊσμανίαση υπάρχει ένα σύνολο κοινών συμπτωμάτων. Ακολουθεί το περιστατικό της Μάσκας, με προχωρημένα συμπτώματα:

– Έλκη στις αρθρώσεις.
– Πρησμένοι λεμφαδένες.
– Απίσχναση.
– Απογευματινός πυρετός.
– Λιπαρό τρίχωμα με πιτυρίαση.
– Αιμορραγία στην περιοχή του προσώπου, πάνω από τη μύτη.
– Ονυχογρύπωση, ονυχομεγαλία.
– Πυώδεις μεσοδακτύλιες κύστες με αιμορραγία στα οπίσθια πέλματα.
– Σκλήρυνση του μυϊκού ιστού.
– Αδυναμία στήριξης στα πίσω πόδια, αστάθεια στη βάδιση, αταξία.
– Δυσοσμία σήψης.
– Ακράτεια ούρων, πολυουρία, συχνοουρία.
– Κόκκινη γλώσσα.
– Γρήγορος, αδύναμος σφυγμός.

Κτηνιατρική θεραπεία

Για την θεραπεία της λεϊσμανίασης η σύγχρονη κτηνιατρική προτείνει συνήθως μια αγωγή με Zylapour ή Zyloric ή Soluric (φάρμακα με δραστική ουσία την “αλλοπουρινόλη”, που χρησιμοποιείται επίσης κατά της ουρικής αρθρίτιδας στους ανθρώπους) και Glucantime, το γνωστότερο και παλαιότερο φάρμακο ενάντια στην λεϊσμανίαση. Είναι ένα ισχυρό χημικό φάρμακο με δραστική ουσία την “αντιμονιακή Ν-μεθυλο-γλυκαμίνη” (meglumine antimoniate). Δυστυχώς υπάρχουν περιστατικά σκύλων που δεν αντέχουν το φάρμακο, επιδεινώνεται η κατάστασή τους και κάποια από αυτά καταλήγουν από ηπατική ή νεφρική ανεπάρκεια. Η μορφή του φαρμάκου είναι ενέσιμη και πρέπει να χορηγείται 2 φορές / ημέρα, για 3-4 μήνες. Το κόστος του είναι υψηλό και φτάνει ακόμη και τα 500 ευρώ ανάλογα το βάρος του σκύλου.

Μια δεύτερη εναλλακτική λύση είναι ένα νεώτερο φάρμακο το Milteforan, με δραστική ουσία την “μιλτεφοσίνη” (miltefocin). Κυκλοφορεί σε μορφή σιροπιού και χορηγείται από το στόμα μαζί με το φαγητό. Υπάρχουν όμως δύο σημαντικά μειονεκτήματα όσον αφορά κι αυτό το χημικό φάρμακο. Έχουν αναφερθεί περιστατικά ηπατικής ή νεφρικής ανεπάρκειας μετά από κάποιους μήνες από την λήψη του φαρμάκου. Το κόστος του φαρμάκου είναι υψηλό φθάνοντας στην Ελλάδα έως και τα 250-300 ευρώ ανάλογα πάλι με το βάρος του σκύλου. Γενικά υπάρχει διάσταση απόψεων για τη χορήγηση αυτών των φαρμάκων. Οι περισσότεροι κτηνίατροι δίνουν το Milteforan, όμως υπάρχουν ακόμη αρκετοί που επιλέγουν το Glucantime.

Από pettales

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *